Πολλοί από εμάς που αγαπάμε την ηλεκτρονική πλευρά των 80s, έχουμε βαρεθεί την τελευταία διετία να ακούμε εκατοντάδες καλλιτέχνες απλώς να την αναπαράγουν μιμητικά, με μπόλικη δόση ρετρό νοσταλγίας, χωρίς όμως φαντασία και σύνδεση με την εποχή μας.
Ένας από τους λίγους που κατορθώνει να δανειστεί πολλά στοιχεία της περιόδου μπολιάζοντάς τα με τις σύγχρονες ηλεκτρονικές τάσεις είναι ο James Greenwood που γράφει εδώ μουσική ως Ghost Culture κι έχει ονομάσει έτσι το ντεμπούτο του. Ένα πράγμα που μου έκανε φοβερή εντύπωση ακούγοντας το άλμπουμ ήταν η ωριμότητα των συνθέσεων, εξαιρετικά δύσκολο για πρώτο δίσκο ενός καλλιτέχνη. Ένα δεύτερο ήταν η αρμονική και οργανική σύνδεση του new wave των 80s (ο ήχος δανείζεται πάρα πολλά από μπάντες της Factory που πειραματίστηκαν με τον ηλεκτρονικό ήχο – σε πολλά σημεία θα σας έρθουν στο μυαλό οι πρώιμοι New Order και οι Wake) με elements της ηλεκτρονικής σκηνής του σήμερα. Ψήγματα από minimal techno, EBM, IDM διασπείρονται μέσα στο άλμπουμ παντρεμένα με παγωμένες, ασημόγκριζες μελωδίες που θυμίζουν έντονα το Power Corruption and Lies, ή ακόμη και το Violator των Depeche Mode. Τα φωνητικά του Greenwood θυμίζουν λίγο Bernard Sumner, λίγο David Sylvian στο πιο απόκοσμο και ψιθυριστό. Σε όποιους από εσάς όλο αυτό ακούγεται λίγο σαν xx, δεν πέφτετε έξω.
Ο δίσκος ακούγεται απνευστί (ελάχιστες φορές συμβαίνει αυτό με σύγχρονο άλμπουμ), αλλά υπάρχουν στιγμές που ξεχωρίζουν. Ειδικά η πρώτη τριάδα κομματιών είναι ξεχωριστή. To Mouth που ανοίγει το δίσκο ακούγεται σαν ένα κομμάτι που γράφτηκε για ένα άδειο, μεταμεσονύχτιο club, αφήνοντας σκοτεινά κενά και απόκοσμους απόηχους. Το Giudecca είναι ένας αναμορφωμένος 80s new wave παιάνας με το βλέμμα στραμμένο στον 21ο αιώνα και το Arms ξεκινά με ήχους που θυμίζουν arcade παιχνίδι του παρελθόντος και μετεξελίσσεται σε ένα οργιώδες synth pop διαμάντι. Το Glass είναι διακριτικό, αλλά περιέχει ίσως την πιο πειστική φωνητική γραμμή στο άλμπουμ και θυμίζει έντονα ένα από τα αγαπημένα μου New Order κομμάτια, το Your Silent Face. Η έκπληξη έρχεται με το εύθραυστο ηλεκτρονικό βαλς Glaciers που εντυπωσιάζει με το βαθιά ανθρώπινο ύφος του σε έναν ωκεανό απόκοσμων, ηλεκτρονικών ήχων. Το Lucky είναι η σκοτεινή, ατμοσφαιρική απάντηση στους Daft Punk και την δική τους εκδοχή του clubbing. Υπέροχο είναι το The Fog που ολοκληρώνει το άλμπουμ, μια μινιμαλιστική μπαλάντα που θα κάνει τον Martin Gore να κοκκινίσει από ντροπή.
Αν η νέα χρονιά ξεκινάει έτσι μουσικά, έχω κάθε λόγο να αισθάνομαι αισιόδοξος. Ένας νέος μουσικός έρωτας γεννήθηκε και κάτι μου λέει ότι ο Ghost Culture θα μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον. Οπαδοί της synthpop και του ηλεκτρονικού ήχου, σπεύσατε!
8,5/10
