Προσερχόμενος στο Gazi Music Hall βρέθηκα αντιμέτωπος με ένα μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων που ετοιμαζόταν να μπει στον χώρο. Θα είχε λοιπόν τον πάρα πολύ κόσμο, όπως πάνω-κάτω προβλεπόταν. Έθεσα για άλλη μία φορά στον εαυτό μου το ερώτημα, πως είναι δυνατόν ένα σχήμα τόσο “δύσκολο” σαν τους Einstürzende Neubauten να έχει τέτοια απήχηση. Δύσκολο να πεις πραγματικά. Θα πάρω την αισιόδοξη εκδοχή, ότι στην πραγματικότητα υπάρχει πολύς κόσμος που πραγματικά επιθυμεί να δει ζωντανά καλή μουσική. Αλλά τι θα πει “καλή μουσική” στην συγκεκριμένη περίπτωση; Όταν γύρω στις 22:15 οι φοβεροί Βερολινέζοι κατέλαβαν την σκηνή, μας έδωσαν μία απάντηση, την οποία θα θυμόμαστε για καιρό.
Η τυπική συναυλία των Einstürzende Neubauten δεν έχει τίποτα το τυπικό. Δεν είναι καν συναυλία, με την τρέχουσα έννοια της ευρύτερης pop μουσικής. Αν ήθελα να ήμουν ισοπεδωτικός (και συγχρόνως να προσποιηθώ τον έξυπνο) θα έλεγα ότι η setlist των Neubauten θα μπορούσε να περιγραφεί με τον όρο “industrial μπαλάντες”. Πέραν του παράδοξου, υπάρχει αρκετή αλήθεια σε όλο αυτό, όμως εν τέλει δεν περιγράφει ούτε το ένα δέκατο των όσων είδαμε και ακούσαμε από τους κ.κ. Blixa Bargeld, Alexander Hacke, N.U. Unruh, Rudolf Moser και Jorgen Arbeit. Το ταξίδι που ξεκινά από το kraut rock για να περάσει από τα βερολινέζικα καμπαρέ, το gothic και την avant-garde, δεν περιγράφεται εύκολα με λέξεις.

Καθένα από τα τραγούδια τους, αργόσυρτα, υποβλητικά, με υπολογισμένη στην εντέλεια δομή, δημιουργεί στα λεπτά που διαρκεί ένα δικό του μικρό σύμπαν που σε τραβάει μέσα του και σε αυτό βοηθά ότι ο ήχος είναι πραγματικά άψογος. Μινιμαλιστικά θέματα στα πλήκτρα, πάνω στα οποία ο Moser προσθέτει τις δικές του αφαιρετικές πινελιές στην κιθάρα, αποτελούν το μελωδικό υπόβαθρο για τα φωνητικά του Bargeld. Ο Blixa Bargeld πάλι, δεν είναι κάποιος rock star στο κατώφλι των 60 ετών που προσφέρει στο φιλιθεάμον κοινό ένα θλιβερό κακέκτυπο της νιότη του. Είναι ένας καλλιτέχνης με συνεχείς, πραγματικές αναζητήσεις, ένας καλλιτέχνης που επιθυμεί η Τέχνη του να έχει concept, πάνω από όλα να μην παραμένει στάσιμη. Όρθιος στο κέντρο της σκηνής, ντυμένος με ένα βαρύ three-piece αλλά ξιπόλυτος και με λίγα επιπλέον κιλά, δεν τραγουδά απλώς τα κομμάτια. Τα “ντύνει” με τις εκφράσεις του, τις μετρημένες κινήσεις του, το βλέμμα του. Είναι θεατρικός με τον κομψό μετρημένο τρόπο ενός 60άρη Βερολινέζου, που όμως τυχαίνει να είναι εκκεντρικός. Η εικόνα αυτή διακόπτεται σε κάποια σημεία που ο Blixa επενδύει τα κομμάτια με παράδοξες, υπόκωφες κραυγές (ναι, αυτός είναι όντως ο Blixa Bargeld, δε γελιόμαστε!). Η φωνή του, βαθιά, όμορφη με τον δικό της ιδιότυπο τρόπο, καθηλώνει.

Όμως όλο αυτό, όσο και αν θα ήταν σε κάθε περίπτωση υποβλητικό, δεν θα είχε το ίδιο νόημα χωρίς το ρυθμικό υπόβαθρο. Το μπάσο του όχι λιγότερο ιδιοφυούς Hacke, που με την εμφάνιση και την στάση του φέρνει περισσότερο σε παλαίμαχο μεταλλά (!), βαρύ, ρυθμικό, θυμίζει μέσα από τα επαναλαμβανόμενα θέματά του Neu! σε πιο αργή ταχύτητα, καθώς συμπλέκεται με τα απολύτως μινιμαλιστικά χτυπήματα που τονίζουν φράσεις παρά κρατούν ρυθμό του Jorgen Arbeit στα τύμπανα. Τύμπανα, που είναι καλυμμένα από κάτι που μοιάζει με μεταλλικά φύλλα, αν και δύσκολα μπορείς να πεις με βεβαιότητα, με το ανάλογο φυσικά ηχητικό αποτέλεσμα. Και όλα αυτά μαζί χρωματίζονται από τους απίστευτους ήχους που παράγει το ασύλληπτο ταλέντο που ακούει στο όνομα N.U. Unruh, μέσα από μεταλλικά συνήθως αντικείμενα (σωλήνες, ελάσματα, ακόμα και καρφιά ή κάτι αντίστοιχο τέλος πάντων, που αδειάζει από ψηλά πάνω σε μεταλλικό δάπεδο). Αυτά τα ιδιότυπα όργανα που χρησιμοποιεί και ανέβασαν το βάρος του όλου τους εξοπλισμού στα 800 κιλά, παράγουν (ελεγχόμενο) θόρυβο, που με κάποιον θαυματουργό τρόπο προσθέτει συναίσθημα στα κομμάτια. Παράγουν όμως και τόνους μουσική. Και ο ήχος τους δεν είναι απαραίτητα ψυχρός, “βιομηχανικός” αλλά κάποιες στιγμές ακόμα και ζεστός. Αν ο Blixa δεν είχε την μαγνητική προσωπικότητα που έχει, ο πολυτεχνίτης N.U. Unruh (τον οποίο κάποιες φορές συνεπικουρούσε ο Jorgen Arbeit) θα ήταν η ατραξιόν της συναυλίας.

Η μουσική των Einstürzende Neubauten είναι το πάντρεμα όλων όσων αυτοί οι θαυμάσιοι μουσικοί παράγουν. Είναι όμως και η ατμόσφαιρα των κομματιών. Οι λιτές μελωδίες που εξελίσσονται, κορυφώνονται για να χαθούν, ακολουθώντας τις θεατρικές διηγήσεις του Blixa. Όλο αυτό το ακούσαμε στο εναρκτήριο The Garden, στα πανέμορφα Sabrina και Die Befindlichkeit des Landes. Το είδαμε στην πρώτη παρατεταμένη παύση του Silence Is Sexy, όταν το κοινό, μέσα σε μία απροσδόκητη, απόλυτη σιωπή ανέμενε τον Blixa να πάρει την ρουφηξιά από το τσιγάρο του, που σημαίνει την έναρξη της δεύτερης στροφής, αλλά και στο τελικό ξέσπασμα του τραγουδιού (“Silence is sexy, but your silence is not sexy at all”). Οι ρυθμικές στιγμές περιορίζονται στο φοβερό Haus der Lüge, που παίζεται δεύτερο μέσα σε γενικό ενθουσιασμό και, όπως μας δηλώνει ο Blixa θα είναι και το παλαιότερο κομμάτι του σετ, για να “γαυγίσει” λίγο αργότερα προς ένα οπαδό ότι δεν θα παίξει το Yü Gung Fütter Mein Ego, διότι είναι παλαιότερο από το Haus der Lüge και ήδη είπε ότι το Haus der Lüge θα είναι το παλαιότερο κομμάτι, έλεος! Όμως ρυθμός υπάρχει, χάρη στις εγκαταστάσεις του N.U. Unruh, κινείται όμως υπόγεια, μολύνοντας ακόμα και κομμάτια βαριά και υποβλητικά όπως το How Did I Die.
Και κάπου εκεί, έχει ήδη περάσει μιάμιση ώρα χωρίς να το έχουμε καταλάβει (εγώ θεωρούσα ότι μόλις είχαμε περάσει τα μισά). H μπάντα αποχωρεί για να επανέλθει δύο φορές μέσα σε παρατεταμένα χειροκροτήματα. Η συναυλία ολοκληρώθηκε με πέντε ακόμη κομμάτια, που ο Blixa επέλεξε ειδικά, διότι όπως εξηγεί, δεν τα είχαν παίξει την προηγούμενη φορά που βρέθηκαν στην Αθήνα (συγκλονιστικό το Total Eclipse Of The Sun, θαυμάσια και τα Salamandrina και Redukt).

Όμως, μέρος αναπόσπαστο της συναυλίας, είναι και το χιούμορ, ο σαρκασμός, αλλά και ο αυτοσαρκασμός που φανερώνει πρώτα-πρώτα ο τίτλος της βραδιάς (τι Greatest Hits μπορούν να έχουν οι Neubauten;) τα σχόλια και οι από μικροφώνου διηγήσεις του Blixa, που δεν είσαι σίγουρος αν είναι τσαντισμένος για κάτι. Σίγουρα ήταν όταν ανακάλυψε ότι η setlist του Moser διέφερε ελαφρά της δικής του και του Hacke – το ζήτημα επιλύθηκε υπέρ των “παλιών” – “κανείς δεν είπε ότι είμαστε δημοκρατία” δήλωσε ο Hacke με νόημα. Και αφού έγινε το αναμενόμενο αστείο περί του πόσο οργανωμένοι είναι ή δεν είναι οι Γερμανοί, ο Blixa κατέληξε ότι μάλλον την setlist έγραψε Έλληνας. Ως Έλληνες όμως παρουσίασε τα μέλη του συγκροτήματος ο Blixa (για τον Hacke μας είπε ότι είναι από την Σαντορίνη, αν αναρωτιέστε).
Υψηλή Τέχνη ήταν αυτό που είδαμε και ακούσαμε από τους Einstürzende Neubauten το βράδυ του Σαββάτου και είμαι βέβαιος ότι το ίδιο θα απαντούσε ένας προς ένας, ο οποιοσδήποτε από τους πολυπληθείς παρευρισμόμενους θα ερωτάτο. Η έξοδος με επανέφερε στην θλιβερή πραγματικότητα, καθώς είδα το όνομα της Καίτης Γαρμπή να φιγουράρει στην ταμπέλα του διπλανού κλαμπ. Ο κόσμος στην συντριπτική του πλειονότητα αγνοοεί τους Neubauten και εμείς οι “πολυπληθείς” είμασταν δυόμιση χιλιάδες (πάνω-κάτω), από μία πόλη πλέον των πέντε εκατομμυρίων. Που είναι το νέο, θα μου πείτε και θα έχετε δίκιο. Πάντως, το αρχικό μου ερώτημα απαντήθηκε…

Κείμενο: Παναγιώτης Γαβρίλης / Φωτογραφίες: Shanti Θωμαϊδη